Κυριακή 18 Ιουνίου 2017

Regent's Park

  Αγγλική φύση…

Ποιος πρόδωσε ποιον?

«Ο Έλληνας πρέπει να το παλέψει και να αγωνίζεται να κερδίσει στον τόπο του, αλλιώς είναι ξένος. Ο Έλληνας φεύγει και δουλεύει για τις ξένες χώρες. Αυτό είναι προδοσία!»

Τάδε έφη ο κύριος Κώστας Καζάκος.

Όμορφα λόγια, συγκινητικά, πατριωτικά το δίχως άλλο. Ένας αξιοσέβαστος καλλιτέχνης, ηθοποιός, θεατρικός  επιχειρηματίας, βουλευτής κλπ. Ένας άνθρωπος που έζησε μεγάλες δόξες, εξουσία, που έβγαλε πολλά χρήματα και έζησε μια αξιοπρεπέστατη ζωή, που δεν καρδιοχτύπησε ποτέ για το πώς θα πληρώσει το φαγητό του, το νοίκι του, την περίθαλψή του, πώς θα σπουδάσει το παιδί του, που δεν έμαθε ποτέ τι σημαίνει ανασφάλεια επιβίωσης, το ρήμα αγωνιώ, το ρήμα φοβάμαι!

Τα λόγια του αβασάνιστα μου φέρνουν στο μυαλό ένα απόσπασμα από τον Όλιβερ Τουίστ, όταν πεινασμένος μια μέρα, ζήτησε λίγο παραπάνω φαγητό στο άσυλο απόρων, και αμέσως οι σύμβουλοι έσπευσαν να τον τιμωρήσουν ως ένα κοινό εγκληματία για την ασέβεια και το θράσος του, τη στιγμή που περιτριγυρισμένοι από άφθονες πιατέλες φαγητού απολάμβαναν ένα πλούσιο γεύμα.

Καταδικάζεις αυτό που δεν έζησες λοιπόν, αυτό που είχες δεδομένο, αυτό που η δική σου γενιά εξώθησε τον νέο να κάνει. Μάλιστα.

Ξέρω, μπορεί να σοκάρω αυτούς που δεν το σκέφτηκαν ποτέ, αλλά πρέπει να ομολογήσω κάποια πράγματα:

Ο νέος που μένει Ελλάδα παλεύει εντός συνόρων, ο νέος που φεύγει παλεύει με όλους και με όλα, και όχι για λίγο, για πάντα. Παλεύει να γίνει αποδεκτός σε μια άγνωστη κοινωνία, να μάθει, να σέβεται, να τον σέβονται. Παλεύει να αξιοποιήσει τις ικανότητές του σε άγνωστες συνθήκες. Παλεύει με το χρόνο. Παλεύει με τη μοναξιά του…(ω φίλε, να ‘ξερες πόση μοναξιά… μόνο να ‘ξερες). Παλεύει να μην ξεχάσει τους αγαπημένους του, φίλους, ανθρώπους, σκύλους, οικογένεια, αυτά που έζησε μαζί τους και κρατάει πάντα μέσα του, αναμνήσεις όμορφες, όλα όσα εσύ έχεις δίπλα σου ανά πάσα στιγμή και μπορεί να μην τα εκτιμάς όσο πρέπει. Παλεύει να μην είναι η μύγα μέσα στο γάλα, ο δακτυλοδεικτούμενος μετανάστης, κάποιος που δεν είναι ‘’ένας από μας’’, ένας ξένος. Ο Έλληνας δεν είναι ξένος στην Ελλάδα, είναι ξένος στην ξένη χώρα, και πάντα θα είναι. Εκεί που δεν έχει κάποιον να τον υπερασπιστεί, να του σταθεί. Εκεί που δεν μιλάει τη μητρική του γλώσσα. Εκεί που δεν μπορεί να χειριστεί τα ζητήματα που αντιμετωπίζει με τον τρόπο που τους αρμόζει, δεν γνωρίζει τους νόμους, χάνει το δίκιο του, την έκφρασή του. Εκεί που δεν τρώει το φαγητό που συνήθιζε, δεν αγκαλιάζει αυτούς που θέλει, δεν έχει μεγαλώσει με τα ίδια πρότυπα, δεν ενστερνίζεται τις συμπεριφορές των γύρω του. Κανείς δε του στρώνει το κόκκινο χαλί εκτός Ελλάδας, δε τον περιμένει με ανοιχτές αγκάλες να τον κάνει κομμάτι του. Φοβάμαι, πως συμβαίνει το εντελώς αντίθετο. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να αποδεικνύει κάθε μέρα ποιος είναι, τι μπορεί να κάνει και για τι προσπαθεί. Χρειάζεται θάρρος. Θα αντιμετωπίσει δυσκολίες, θα βιώσει πολλές απορρίψεις, θα πέφτει διαρκώς, αλλά θα πρέπει πάντα να ξανασηκώνεται. Γιατί δεν έχει την πολυτέλεια να  εφησυχάζει, γιατί γνωρίζει ότι δεν ευθύνεται για όσα συμβαίνουν γύρω του αλλά δεν παύει να χάνει και τον αυτοσεβασμό του, γιατί δεν του δίνουν αυτά που αξίζει, γιατί αν δεν το ‘χεις καταλάβει, η ζωή δεν είναι δίκαιη.

Παλεύει για όλα αυτά που κάποιοι χάρηκαν στον υπερθετικό βαθμό παλιότερα, για όλους αυτούς που με τις επιλογές τους τον ανάγκασαν να πρέπει να παλέψει. Εσύ λοιπόν θα κατηγορήσεις τον νέο γιατί διεκδίκησε αυτά που αξίζει? Γιατί δεν αρκέστηκε στο απόλυτο τίποτα? Γιατί έχει αυτογνωσία και αξιοπρέπεια? Ποιος πρόδωσε ποιον αγαπητέ μου…

Δεν μπορείς να μπεις στη θέση του, δε σου χρειάστηκε… ευτυχώς για σένα. Είσαι τυχερός που δε σου χρειάστηκε. Να είσαι απλώς ευγνώμων, να πέφτεις το βράδυ στο κρεβάτι σου και πριν κλείσεις τα μάτια σου να λες ευχαριστώ στην τύχη σου για τη ζωή που έκανες. 

Μπορεί να χαιρόσουν τα λάθη σου και να σκεφτόσουν μόνο το ‘’τώρα’’ σου και όχι το ‘’μετά’’ ενός νέου αργότερα, κι αυτός όμως έχει το δικαίωμα να αγωνιστεί όπου θέλει για το δικό του ‘’τώρα’’, για τη δικιά του στιγμή, και όσο κι αν κάποιος τρίτος μπορεί να καταστρέψει  τον κόσμο που τον περιβάλλει, τη θέληση και τα όνειρα του δεν μπορεί!

Το μεγάλο λάθος αυτής της κοινωνίας είναι πως ο καθένας τα σκέφτεται και τα εξετάζει όλα με βάση τις δικές του εμπειρίες. Οι ζωές μας δεν είναι ίδιες, ούτε τα βιώματά μας, ούτε το μυαλό μας. Και όσο για αυτό, να λέμε ευτυχώς.

Ελπίζω μια μέρα ο κύριος Καζάκος και όλοι οι ομοϊδεάτες του, να μάθουν τι αχαμνά χρειάζονται για να γίνεις ένας ‘’προδότης’’ μετανάστης. Να εγκαταλείψεις όλα όσα αγαπάς για να κερδίσεις τη ζωή σου, αυτό που οφείλεις στον εαυτό σου, αυτό που δε σου εγγυήθηκε κανείς. Και μακάρι να το μάθουν από προσωπική τους εμπειρία για να έχει μεγαλύτερο νόημα αυτή η γνώση.

Γράφει ο Ντέμης Νικολαΐδης